Γεωμετρικός περίβολος
Κατά τα έτη από το 2006 έως το 2010, αποκαλύφθηκε στη νότια και ανατολική πλευρά του λόφου ο πρώιμος περίβολος του ιερού, ο οποίος, βάσει της τεχνικής δόμησής του, χρονολογείται στην Ύστερη Γεωμετρική ή Πρώιμη Αρχαϊκή περίοδο. O πρώιμος περίβολος αποκαλύφθηκε περίπου 6.5 μ. βόρεια του νοτιοδυτικού άκρου του περιβόλου της Αρχαϊκής περιόδου, ο άξονάς του είχε κατεύθυνση βορειοοανατολική, με απόκλιση περίπου 5 μοιρών από τον αρχαϊκό περίβολο και είχε χτιστεί πάνω στη βαθμιδωτά λαξευμένη επιφάνεια του φυσικού πορώδους βράχου. Αποτελείται από δύο παράλληλες σειρές αδρών ασβεστόλιθων μεγάλου και μεσαίου μεγέθους, ενώ στο ανώτερο επίπεδο, που αποτελεί το εσωτερικό βόρειο όριο του τείχους, ακολουθεί μια ακόμα σειρά αδρών ασβεστόλιθων μεσαίου μεγέθους. Τα κενά καλύπτονται από μικρές πέτρες. Το αποκαλυφθέν τμήμα του τείχους σώζεται σε ύψος 1.10 μ., έχει συνολικό μήκος 21 μ. και το πλάτος της θεμελίωσής του κυμαίνεται από 1.30 μ. έως 1.80 μ. Το ύψος του υπολογίζεται ότι θα έφτανε τα 5 μ., το επίπεδο δηλαδή της ανώτερης επιφάνειας του λόφου.
Από τα νέα στοιχεία προκύπτει ότι ο πρώτος περίβολος του ιερού διερχόταν σε όλο το μήκος της τη νότια πλευρά του λόφου. Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων εργασιών, ήρθε στο φως τμήμα της συνέχειας του υστερογεωμετρικού - πρώιμου αρχαϊκού περιβόλου, προς τα δυτικά, μετατοπισμένος ωστόσο κατά 5 μ. νοτιότερα, στον ίδιο άξονα περίπου με τον αρχαϊκό περίβολο και ως προέκταση αυτού προς τα δυτικά, τέμνοντας κάθετα την ανατολική πλευρά του επονομαζόμενου "Νότιου Οικοδομήματος".
Σε συνδυασμό με την πλειοψηφία των κεραμικών ευρημάτων θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το μνημείο αυτό αποτελεί ένα στοιχείο που παραπέμπει στην πρώτη ή πρώιμη μνημειακή φάση του ιερού, η οποία με μεγάλη βεβαιότητα ήταν άμεσα συνυφασμένη με την ύπαρξη υπαίθριας λατρευτικής δραστηριότητας και του αντίστοιχου λατρευτικού αγάλματος. Η άποψη αυτή ενισχύεται και από ένα λεπτό στρώμα στάχτης που βρέθηκε σε επίπεδο εδάφους κατά μήκος της πρόσθιας πλευράς αυτού του τοίχου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι καταστροφές στην τοιχοδομία του περιβόλου προσδιορίζουν την αλλαγή της διαμόρφωσης του χώρου ως εισόδου στο ιερό από τα αρχαϊκά χρόνια και μετά.
Αρχαϊκός περίβολος
Οι νέες ερευνητικές εργασίες στο χώρο του ιερού οδήγησαν επίσης στην πλήρη αποκάλυψη του ήδη γνωστού αρχαϊκού μνημειακού περιβόλου και στην διαπίστωση της ύπαρξης πύλης στο βόρειο τμήμα του. Σε αντίθεση με τα παλαιότερα δεδομένα, κατέστη φανερό ότι ο περίβολος της Αρχαϊκής περιόδου, κατασκευασμένος από τοπικό κροκαλοπαγή λίθο, δεν αναπτύχθηκε σε σχήμα πετάλου μόνο κατά μήκος της νότιας, ανατολικής και βόρειας πλευράς του λόφου, αλλά περιέκλειε όλες τις πλευρές του. Τα σωζόμενα μεγέθη του μνημείου είναι τα εξής: 116 μ. μήκος, 2 μ. ύψος και 2.50 μ. πλάτος. Τα θεμέλιά του βρίσκονται στα 200 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Σύμφωνα με μετρολογικές αναλύσεις, το αντιπροσωπευτικότερο τμήμα του στη νότια πλευρά ανέρχεται σε 100 δωρικά πόδια, κάτι που αντιστοιχεί σε έναν εκατόμπεδο. Αυτή η εσκεμμένη και εμφατική διαμόρφωση δεν αποκλείεται να έχει άμεση σχέση με την πομπή που λάμβανε χώρα κατά τα Υακίνθεια. Συνεχείς επισκευές και διαφοροποιήσεις στον τρόπο δόμησης του μνημείου καθιστούν αβέβαιο το εάν αυτό ολοκληρώθηκε ενιαία ή σταδιακά. Σχετικά με τις ύστερες παρεμβάσεις πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι το μνημείο φέρει ίχνη που παραπέμπουν σε στοιχεία επέκτασης και επισκευής του, αλλά και σε γενικότερα μέτρα συντήρησής του που θα πρέπει να είχαν εκτελεσθεί κατά τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή περίοδο.
Η νέα έρευνα οδήγησε επίσης στην αποκάλυψη καταλοίπων από τη μνημειακή είσοδο του ιερού υπό τη μορφή στεγασμένου προπύλου, πλάτους 6.30 μ., στη βορειοδυτική πλευρά της πορείας του αρχαϊκού περιβόλου και ανάμεσα στα υστερότερα κτίσματα. Η κατασκευή αυτή φαίνεται να καταργήθηκε και καταστράφηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, όταν στον διάδρομο της εισόδου διανοίχθηκαν κιβωτιόσχημοι τάφοι.
Όπως και ο υστερογεωμετρικός περίβολος έτσι και αυτός του 6ου αιώνα π.Χ. λειτούργησαν παράλληλα και ως ανάλημμα φτάνοντας σε ύψος τα 7 μ. και πλάτος τα 3 μ., με στόχο τη συγκράτηση των χωμάτων του λόφου και τη διασφάλιση της στατικής του ευστάθειας.