Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Εκθέσεις Ανασκαφών

Έκθεση 2025

01-12-2025 17:11
  1. Αρχαιολογικές εργασίες

Κατά τις φετινές ανασκαφικές εργασιές, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 28.07.2025 και 28.08.2025, προείχε η διερεύνηση ενός σχεδόν κάθετου γκρεμνού κατά μήκος του νοτιοδυτικού άκρου του αρχαιολογικού χώρου και την αποκάλυψη εκεί πιθανού αναλήμματος που στήριζε τα υπερκείμενα εδάφη ενός ανδήρου. Επιπλέον, στόχος ήταν να ελεγχθούν σημεία στην ανατολική πλαγιά του λόφου, που προσδιορίστηκαν το 2022 και 2023 με τη χαρτογράφηση της περιοχής δια της σάρωσης του εδάφους με δέσμη laser και την τεχνολογία LIDAR (LIght Detection And Ranging), καθώς και των μη επεμβατικών γεωφυσικών ερευνών που πραγματοποιήθηκαν εκεί, όπως μαγνητικές μετρήσεις, ραντάρ διείσδυσης στο έδαφος (GPR) και τομογραφία ειδικής ηλεκτρικής αντίστασης (ERT). Από τις παραπάνω παρεμβάσεις προκύπτουν τεκμήρια και πληροφορίες σχετικά με τη λατρευτική και λειτουργική χρήση του λόφου ευρύτερα, εκτός των αυστηρών ορίων του τεμένους. Για τις ανασκαφικές εργασίες, έγινε χρήση του προτεινόμενου συστήματος της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών (ASCSA) στις ανασκαφές της Κορίνθου (Corinth Excavations Archaeological Manual), συνδυαστικά με το σύστημα Harris Matrix και ορίστηκαν οι αριθμοί Deposit Context Number (DCN) για τον προσδιορισμό των στρωμάτων. 

Η έρευνα στο νοτιοδυτικό άκρο του αρχαιολογικού χώρου, στα τετράγωνα ΓΓ/ΔΔ -20 και ΓΓ/ΔΔ -21, διεξήχθη υπό αρκετά δύσκολες συνθήκες εξαιτίας της ιδιομορφίας του εδάφους. Στόχος ήταν η αποκάλυψη ενός σχεδόν κάθετου πρανούς ύψους 2,00 μ. και μήκους 10,00 μ., όπου ήδη πριν την έναρξη των εργασιών προεξείχαν τμήματα του φυσικού βράχου. Μετά την αφαίρεση ενός λεπτού επιφανειακού στρώματος επίχωσης, αποκαλύφθηκε ο φυσικός πορώδης κιτρινωπός βράχος, η κιμηλιά, από ψαμμίτη και αργιλοαμμώδη πέτρωμα, σε όλο το μήκος του δυτικού ορίου των τετραγώνων ΓΓ-ΔΔ -20. Η ιδιομορφία αυτού του βράχου έγκειται στο γεγονός ότι στον γκρεμνό διακρίνονται επάλληλες ζώνες στις οποίες ξεχωρίζουν λίθοι σε σχήμα κύβου. Δίδεται, δηλαδή, η εντύπωση της επεξεργασίας του βράχου με σκοπό την λατόμευση λίθων σχεδόν ορθογώνιου σχήματος. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει η υπόθεση ότι ίσως σε αυτή την περιοχή διαμορφώθηκε ένα εφήμερο λατομείο με σκοπό την συγκέντρωση οικοδομικού υλικού για την κατασκευή των μνημείων του ιερού. Είναι, εξάλλου, γνωστό ότι σε αρκετά τμήματα τόσο της σωζόμενης κρηπίδας του ‘θρόνου’, όσο και του περιβόλου εντοπίζονται ορθογώνιοι αργιλοαμμώδης λίθοι από ψαμμίτη. Δυστυχώς δεν εντοπίστηκαν χαρακτηριστικά για τη λειτουργία ενός λατομείου ευρήματα, όπως εργαλεία, αλλά αυτό μάλλον σχετίζεται και με το γεγονός της στενότητας χώρου όπου διεξήχθησαν οι ανασκαφές. Σε απόσταση μικρότερη των 2,00 μ. προς τα δυτικά είναι τοποθετημένη η περίφραξη του αρχαιολογικού χώρου με αποτέλεσμα να περιορίζεται ισχυρά η διερεύνηση της υπόθεσης. Τέλος από τα χώματα που αφαιρέθηκαν δεν περισυλλέχθηκε ικανός αριθμός ευρημάτων, κάτι που επίσης συνηγορεί υπέρ της υπόθεσης ότι σε αυτή την περιοχή είχαν αναπτυχθεί δραστηριότητες λατόμευσης.

Στην ανατολική πλαγιά του λόφου και στα τετράγωνα ΔΔ 17-19 και ΓΓ 17, οι εργασίες επικεντρώθηκαν στη διερεύνηση μιας μαγνητικής ανωμαλίας ορθογώνιας διατομής και μεγάλων διαστάσεων, που εντοπίστηκε κατά τα έτη 2022 και 2023 με τη χρήση μη επεμβατικών γεωφυσικών μεθόδων (μαγνητικές μετρήσεις, ραντάρ διείσδυσης στο έδαφος/GPR και τομογραφία ειδικής ηλεκτρικής αντίστασης/ERT). Εικάζεται πως πρόκειται για έναν υπόγειο, κενό χώρο.

Διανοίχθηκε δοκιμαστική τομή πλάτους 2 μέτρων και μήκους 15 μέτρων, κατά μήκος του νοτίου ορίου των τετραγώνων με κατεύθυνση από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Από τις ανασκαφικές εργασίες αποκαλύφθηκε σε βάθος από 0,50μ. έως 1,00μ. η φυσική επιφάνεια του εδάφους με έντονη κλήση από τα δυτικά προς τα ανατολικά (υψομετρική διαφορά περ. 5,00μ.) και με ενδείξεις για τα λιθολογικά χαρακτηριστικά των πετρωμάτων που προσδιορίζουν τη γεωμορφολογία του λόφου της Αγίας Κυριακής.

Αυτές οι παράλληλες λιθοστρωματογραφικές ενότητες, αποτελούνται από κροκαλοπαγή, αργιλο-αμμώδη, ψαμμιτικά και αργιλο-ασβεστολιθικά πετρώματα. Από την αφαίρεση των χωμάτων, εντοπίζονται σποραδικά ανθρωπογενείς παρεμβάσεις. Κάτω από ένα ισχυρό στρώμα επίχωσης, που περιλαμβάνει ευρήματα ανάμεικτα έως την ύστερη βυζαντινή περίοδο (DCN 02), ακολουθούν λεπτά, επάλληλα στρώματα τα οποία παρακολουθούν το βραχώδες υπόστρωμα και αντιστοιχούν στην αρχαϊκή, γεωμετρική και προϊστορική περίοδο (DCN 04-05). Ένας ικανός αριθμός ευρημάτων πήλινων σκευών και μεταλλικών αντικειμένων (σιδερένιοι οβελοί, χάλκινα ελάσματα/κοσμήματα, μικκύλοι αρύβαλλοι κ.α.), πιθανό να σχετίζεται με τη λειτουργία του ιερού στην κορυφή του λόφου και έχουν απορριφθεί σε αυτή την πλευρά ως απορρίμματα στο πλαίσιο πρακτικών φροντίδας του ιερού.

Στο χαμηλότερο υψομετρικά επίπεδο που αντιστοιχεί στο ανατολικότερο τετράγωνο ΔΔ 19, αποκαλύφθηκε ένα συμπαγές αρχαιολογικό στρώμα από αδρούς λίθους μικρού μεγέθους. Ο μεγαλύτερος όγκος των ευρημάτων σε αυτά τα κατώτερα στρώματα (DCN 06-07) αντιστοιχεί σε χρηστική κεραμική της πρώιμης και μέσης ελλαδικής περίοδου. Το ότι από την κορυφή του λόφου και κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του απλωνόταν ο προϊστορικός οικισμός προκύπτει από τα δεδομένα τόσο του τρέχοντος προγράμματος, όσο και αυτών της συστηματικής ανασκαφής του Χ. Τσούντα το 1890. Από την ερμηνεία των παραπάνω μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο οικισμός ίσως συμπεριλάμβανε και αυτή την περιοχή, κάτι που χρήζει διερεύνησης και επέκτασης των εργασιών νοτίως αυτού του σημείου, προκειμένου να εντοπιστούν επιπλέον στοιχεία για αυτή την πρώτη φάση χρήσης του λόφου ως οικισμού.

Από τις παρεμβάσεις σε αυτό το τμήμα, επί της σχετικά δύσβατης ανατολικής πλευράς, προκύπτει, λοιπόν, ότι και εδώ, σε απόσταση περ. 50 μέτρων από το κυρίως ιερό στην κορυφή του λόφου, συναντώνται ίχνη χρήσης και αξιοποίησης των εκτάσεων τόσο κατά τα προϊστορικά χρόνια υπό μορφή συνέχειας του οικισμού, όσο και στα ιστορικά χρόνια, ως χώρος απόρριψης υλικού από τη λειτουργία του ιερού.

2. Γεωχωρικάδεδομένα και γεωμορφολογική έρευνα 

Η απόκτηση δεδομένων LiDAR και ορθοφωτογραμμετρικών απεικονίσεων πραγματοποιήθηκε σε έκταση 2,8 χλμ πέριξ του Αμυκλαίου, προς τα δυτικά, νότια και βόρεια. Η άδεια πτήσης εκδόθηκε από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και τον ANS (πάροχο Υπηρεσιών Αεροναυτιλίας Ελλάδας), σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς EU 2019/947, «PART A - UAS.OPEN.040 Επιχειρήσεις στην υποκατηγορία A3» και EU 2016/679, «Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων’ (GDPR)». Χρησιμοποιήθηκε ΣΜηΕΑ/drone DJI Matrice 300 RTK, εξοπλισμένο με τέσσερις έλικες και φακό LiDAR L2. Οι πτήσεις πραγματοποιήθηκαν σε ύψος 75 μέτρων, σε λειτουργία παρακολούθησης εδάφους και ακολουθώντας ένα ψηφιακό μοντέλο εδάφους (DTM) που μεταφορτώθηκε από το διαδίκτυο στο σύστημα ελέγχου του drone. Τα δεδομένα που προέκυψαν είναι: 1. ένας μεγάλος αριθμός φωτογραφιών που λαμβάνονται αυτόματα από τον φωτογραφικό αισθητήρα, οι οποίες θα συγχωνευθούν με ποσοστό επικάλυψης τουλάχιστον 80% για την παραγωγή μιας ορθοφωτογραφίας της περιοχής, και 2. ένα σύνολο σημείων (point cloud) που αποκτήθηκε μέσω του φακού LiDAR και στη συνέχεια χρωματίστηκε με τη χρήση του φωτογραφικού αισθητήρα. Η επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιείται από το τοπογραφικό τμήμα της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, το οποίο εξαιτίας του εξαιρετικά μεγάλου όγκου πληροφοριών θα παραδώσει μια λεπτομερή τεχνική έκθεση έως τον Δεκέμβριο του 2025.

Για πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε μια επιφανειακή γεωμορφολογική έρευνα στην περιοχή μεταξύ του λόφου της Αγίας Κυριακής στα δυτικά - όπου βρίσκεται το ιερό - και της κοίτης του ποταμού Ευρώτα στα ανατολικά. Από αυτές τις εργασίες προέκυψαν περιοχές ενδιαφέροντος και ένα σχέδιο πυρηνοληψίας/γεωτρήσεων για την λήψη γεωμορφολογικών δειγμάτων. Στόχος είναι η συλλογή νέων δεδομένων για την εξέλιξη των αλλουβιακών εναποθέσεων της ολοκαινικής κοίτης του ποταμού του Ευρώτα κατά τις τελευταίες χιλιετίες, και η παρουσίαση μιας εικόνας του ποτάμιου τοπίου κατά τις περιόδους κατοίκησης της περιοχής. Ανάλογα με τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από αυτούς τους πυρήνες, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο επέκτασης της έρευνας προς τα βόρεια και προς τα νότια της περιοχής. Αυτό θα συνέβαλλε στην αποσαφήνιση της γεωμορφολογικής εξέλιξης του ευρύτερου τοπίου, καθώς και στον προσδιορισμό των παρεμβάσεων των ανθρώπινων κοινωνιών στο φυσικό περιβάλλον, τόσο χωρικά όσο και χρονικά.

3. Μελέτη υλικού

Κεραμική της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού

Η καταγραφή και τεκμηρίωση της κεραμικής της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού από τις ανασκαφές του 2010 συνεχίστηκε κατά την περίοδο μελέτης του 2025. Το παραπάνω υλικό προέρχεται από το βορειοανατολικό τμήμα του λόφου και ανατολικά της εκκλησίας της Αγίας Κυριακής. Κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους, στην περιοχή αυτή βρέθηκε και συλλέχθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής που χρονολογείται κυρίως στην Πρωτοελλαδική περίοδο. Καταγράφηκαν, φωτογραφήθηκαν και αναλύθηκαν με φορητό πήλινο μικροσκόπιο (DinoLite digital microscope), 183 επιλεγμένα αντικείμενα. (Αριθμοί καταχώρισης των ανωτέρω αντικειμένων: AM/KX499 έως AM/KX681 και AM/Π105). Επιπλέον, 59 επιλεγμένα αρχαιολογικά αντικείμενα από τις ανασκαφές του 2009, 2010 και 2012 σχεδιάστηκαν από τον αρχαιολόγο/σχεδιαστή Γιάννη Νάκα.

Το υλικό που μελετήθηκε αποτελείται από χειροποίητη κεραμική κυρίως από όστρακα της Πρώιμης Ελλαδικής περιόδου που ανήκουν σε κοινά και μαγειρικά σκεύη, όπως μπολ (πολύ συχνά φέρουν ένα καφέ-κόκκινο επίχρισμα ή σκούρο, συνήθως μαύρο γάνωμα, τύπου Urfinis), λεκάνες (πολύ συχνά με ανάγλυφη διακόσμηση), πυξίδες, ταψιά ψησίματος, κουτάλια, κουτάλες, κ.λπ., αλλά έχουν επίσης βρεθεί και πολύτιμα αντικείμενα, όπως θραύσματα που πιθανότατα ανήκουν σε κατσαρόλες του τύπου "Faience Ware". Από το παραπάνω υλικό ξεχωρίζει ένα θραύσμα που πιθανώς ανήκει σε τμήμα οβελού της Πρώιμης Ελλαδικής περιόδου. Η αφθονία των θραυσμάτων μαγειρικών σκευών της Πρώιμης Ελλαδικής περιόδου που βρέθηκαν στο Αμυκλαίο, συνεχίζει να επιβεβαιώνει την υπόθεση της ύπαρξης οικισμού στην ανατολική πλευρά του λόφου της Αγίας Κυριακής, κατά τη διάρκεια της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.

Κατά τη διάρκεια της φετινής περιόδου μελέτης, ολοκληρώθηκε επίσης μια τυπολογία για τα 539, Πρώιμης Ελλαδικής περιόδου, αντικείμενα που έχουν μελετηθεί μέχρι στιγμής. Η τυπολογία βασίστηκε μεθοδολογικά σε εκείνη της Λέρνας (βλ. Martha Heath Wiencke, Lerna. A Preclassical Site in the Argolid. Results of Excavations Conducted by the American School of Classical Studies at Athens. Volume IV. The Architecture, Stratification, and Pottery of Lerna, 2000) και φαίνεται ότι τα θραύσματα από το Αμυκλαίο έχουν τυπολογικές και διακοσμητικές ομοιότητες με αγγεία από τη Λέρνα III (φάση Β-Γ), δηλαδή από την Πρώιμη Ελλαδική περίοδο ΙΙ. Κατά τη λήξη της φετινής ερευνητικής περιόδου, ελέγχθηκαν επίσης κουτιά από τις ανασκαφές του 2006, 2007 και 2008, στα οποία βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός από όστρακα Πρώιμης Ελλαδικής περιόδου, τα οποία και θα μελετηθούν τα επόμενα χρόνια.

Μελέτη μυκηναϊκού υλικού

Μετά την απώλεια της καθ’ ύλην αρμόδιας για την μελέτη της μηκυναϊκής φάσης του Αμυκλαίου, Καίτης Δημακοπούλου, ξεκίνησε το 2025 εκ νέου η προσπάθεια καταγραφής και έρευνας των ευρημάτων αυτής της εποχής. Με βάση την πρωταρχική έρευνα των ανασκαφικών ημερολογίων, ακολούθησε καταγραφή των σχετικών πληροφοριών και κατόπιν, αναζήτηση του υλικού σε κιβώτια των ετών 2007-2009, 2013 και 2018. Συγκεντρώθηκε μεγάλη ποσότητα τόσο κεραμικής, κυρίως γραπτής και λεπτής, όσο και ειδωλίων, ακέραιων και τμηματικά σωζόμενων γυναικείων τύπου Ψ, καθώς και ζωόμορφων- κυρίως βοοειδών. Εξ’ αυτών, 47 αντικείμενα καταχωρήθηκαν στη βάση δεδομένων του Ερευνητικού Προγράμματος Αμυκλών, 26 ακέραια ή τμήματα ειδωλίων και 21 κεραμικά όστρακα, εκ των οποίων 28 φωτογραφήθηκαν (18 ειδώλια, 10 κεραμικά όστρακα). Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν κεραμικό θραύσμα πιθανώς από κύλικα που φέρει ερυθρό γάνωμα στο χείλος και στο σώμα διακόσμηση με κυματοειδή γραμμή που απολήγει στην κορυφή σε ρόμβο με σταγόνα στο κέντρο του και ημιακέραιο γυναικείο ειδώλιο τύπου Ψ που φέρει μαστοειδείς αποφύσεις στο στήθος και επάλληλες λεπτές κόκκινες γραμμές στο σώμα και δύο πιο έντονες στο στέλεχος. Τα πρώτα δεδομένα- αφενός σημαντική ποσότητα ανθρωπο- και ζωόμορφων ειδωλίων και αφετέρου λεπτής κεραμικής, επιβεβαιώνουν τη λατρευτική-θρησκευτική χρήση του χώρου κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους.

Μελέτη κεραμικής από την αρχαϊκή και την κλασική περίοδο

Η έρευνα του 2025 για την αρχαϊκή και κλασική κεραμική σημείωσε πρόοδο ως προς την ενσωμάτωση των χαρακτηριστικών αντικειμένων στη βάση δεδομένων και την ολοκλήρωση της τεκμηρίωσης για τα αντικείμενα που έχουν ήδη συμπεριληφθεί. Προστέθηκαν 124 ευρήματα, καθώς και 12 αντικείμενα από πηλό (βαρίδια, ειδώλια και αρχιτεκτονικά μέλη), με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός ευρημάτων (αγγεία, ειδώλια, αγνύθες και αρχιτεκτονικά μέλη) από την αρχαϊκή και κλασική περίοδο που έχουν καταγραφεί στη βάση δεδομένων, να ανέρχεται σε 1.811. Σχεδιάστηκαν 181 αντικείμενα, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των σχεδίων να ανέρχεται πια σε 633. Ολοκληρώθηκε επίσης η φωτογραφική τεκμηρίωση ορισμένων αντικειμένων, η οποία είτε έλειπε είτε ήταν ελλιπής. Επιπλέον, προχώρησε η ανάκτηση, εκκαθάριση και ο συγχρονισμός των πληροφοριών στη βάση δεδομένων, καθιστώντας εφικτή την αντιστοίχιση των αριθμών καταγραφής από τις ανασκαφές με τον κατάλογο, το φωτογραφικό αρχείο και το αρχείο σχεδίων της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, τον κατάλογο των αντικειμένων που φωτογραφήθηκαν με το μικροσκόπιο Dinolite και τον κατάλογο των αντικειμένων των οποίων δείγματα στάλθηκαν για αρχαιομετρική ανάλυση στο εργαστήριο Fitch της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Ολοκληρώθηκε η εκκαθάριση της καταγραφής των υπόλοιπων πήλινων ευρημάτων, έχουν διαγραφεί οι διπλοεγγραφές, και έχουν συμπληρωθεί ορισμένα αρχεία, καθώς και η φωτογραφική τεκμηρίωσή τους.

Η τεκμηρίωση του 2025 αφορούσε ειδικότερα την χρηστική κεραμική, με την τεκμηρίωση των λεκανών της κλασικής περιόδου και των αρχών της ελληνιστικής περιόδου, για τις οποίες δεν υπάρχει επί του παρόντος καμία τυπολογία για τη Λακωνία.

Η ποσότητα των μικρογραφικών αντικειμένων από το ιερό έχει αυξηθεί, ανεβάζοντας το σύνολο στα 8.183 αντικείμενα. Η τεκμηρίωση της τυπολογίας αυτών των αγγείων, που πραγματοποιείται από το 2023, έχει ολοκληρωθεί, και το 94% περίπου του συνόλου αντιστοιχεί στον τύπο των αρυβάλων. Αυτή η πρόοδος στην ποσοτική καταγραφή των μικκύλων αγγείων κατέστη δυνατή, εξαιτίας της πρόσβασης που παρείχε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας στα ευρήματα από τις παλαιότερες ανασκαφές των Τσούντα, Fiechter και Buschor.

Μολύβδινα αναθήματα

Τα υπό μελέτη μικρού μεγέθους μολύβδινα αναθήματα ανήκουν στην κατηγορία των πιο συχνών ευρημάτων σε αρχαία ιερά στη Σπάρτη και τη Λακωνία. Ο πιο γνωστός αρχαιολογικός χώρος όπου έχουν βρεθεί περισσότερα από 100.000 τέτοια αντικείμενα είναι το ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας. Χρονολογούνται από την αρχαϊκή περίοδο και παρουσιάζουν ένα ευρύ εικονογραφικό φάσμα, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων, μυθικών πλασμάτων και αντικειμένων. Η παρούσα αναφορά καλύπτει μια αρχική ανασκόπηση του υλικού με σκοπό να διαμορφωθεί μια πρώτη γενική εικόνα για αυτά τα ευρήματα. Για το σκοπό αυτό, όλα τα μολύβδινα αναθήματα συγκεντρώθηκαν σε ένα ξεχωριστό κιβώτιο στους χώρους του εργαστηρίου μετάλλων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λακωνίας, και φωτογραφήθηκαν λεπτομερώς. Κατεγράφησαν 270 αντικείμενα, μερικά από τα οποία είναι θραυσμένα, με την πλειονότητα των ευρημάτων να προέρχεται από τις έρευνες των ετών 2023 και 2024, όταν ανασκάφηκε η αύλακα απόρριψης που εντοπίστηκε εκτός περιβόλου στο νότιο τμήμα του αρχαιολογικού χώρου. Η συντριπτική πλειοψηφία των ευρημάτων είναι στεφάνια, αλλά υπάρχουν και παραστατικά μοτίβα, όπως πολεμιστές με ασπίδες και άλλες ανθρώπινες μορφές.  

Αρχαιοζωολογική μελέτη 

Κατά τη φετινή χρονιά μελετήθηκε για πρώτη φορά το υλικό των οστών από ζώα που συγκεντρώθηκε από δύο σημεία τα οποία χρονολογούνται, λόγω των συμφραζόμενων, στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.: το ένα βρίσκεται στο τετράγωνο II-7, που ανασκάφηκε το 2023 (Deposit 3), και το άλλο στο τετράγωνο A1, που ανασκάφηκε το 2019 (στρώμα Σ7 και εν μέρει το Σ8). Συνολικά, εξετάστηκαν 302 οστά συνολικού βάρους 1,6 kg. Μεταξύ αυτών, 192 θραύσματα μπόρεσαν να ταυτοποιηθούν ως προς το είδος, που αντιστοιχούν σε 1,3 kg. Αυτό αντιστοιχεί σε ένα υψηλό ποσοστό ταυτοποίησης, με το 64% των θραυσμάτων και το 83% του συνολικού βάρους να έχουν προσδιοριστεί σε είδος. Οι ζωοαρχαιολογικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν στην αποθήκη, αντιστοιχούν σε μεθόδους που χρησιμοποιούνται και στο πεδίο. Τα θραύσματα καταμετρήθηκαν και, όπου κατέστη δυνατόν, συσχετίσθηκαν. Κάθε θραύσμα ζυγίστηκε και καταγράφηκαν οι διαστάσεις, τα ταφονομικά και τα ιχνολογικά χαρακτηριστικά των επιφανειών. Όπου το επέτρεψε η κατάσταση διατήρησης ακολούθησε μια ανατομική και ταξινομική ταυτοποίηση, καθώς και μια πλευρική αναγνώριση. Σε αυτό συνέδραμε ένας σκελετός προβάτου που παραχωρήθηκε από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, καθώς και εγχειρίδια αναφοράς και διαδικτυακών συλλογών. Μελετήθηκαν και καταγράφηκαν μεμονωμένα χαρακτηριστικά, όπως η φθορά των δοντιών, η σύντηξη των επιφύσεων και τα οστεομετρικά δεδομένα. Αυτά θα ενσωματωθούν σε μελλοντικές αναλύσεις για να διευκρινιστούν ζητήματα που αφορούν την ηλικία θανάτου, το φύλο και τη διάπλαση των ζώων. όλα τα δεδομένα καταγράφηκαν σε βάση δεδομένων

Το σύνολο παρουσιάζει μέτριο βαθμό κατακερματισμού (μέσο βάρος ≈ 5,20 g ανά θραύσμα). Ο άλλος κύριος περιορισμός για την ανατομική και ταξινομική ταυτοποίηση έγκειται στη συχνή αλλοίωση των οστικών επιφανειών.

Η μελέτη των ταφονομικών σημείων που επηρεάζουν τις επιφάνειες των οστών επέτρεψε τον προσδιορισμό επτά παραγόντων φθοράς. Η πιο συχνή είναι η βιολογική αλλοίωση που προκαλείται από τις ρίζες των φυτών (42% των δειγμάτων), η οποία συχνά εμποδίζει την ανατομική ταυτοποίηση ή την ανίχνευση σημείων κοπής. Επίσης, υπάρχουν χρωματισμοί που προκαλούνται από χαλκό και σίδηρο, αποδεικνύοντας ότι τα λείψανα είχαν ταφεί σε επαφή με μεταλλικά αντικείμενα. Η καύση ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας ανάλυσης: τα ίχνη υποδηλώνουν τόσο το ψήσιμο κρέατος στη σούβλα όσο και την πιο έντονη καύση ζωικών μερών που πιθανόν προορίζονταν για τους θεούς (μεταπόδια, μηριαία οστά, ουραίοι σπόνδυλοι). Τέλος, τα αποθέματα μαγγανίου υποδηλώνουν έκθεση σε υγρό και οργανικό περιβάλλον, ενώ η διάβρωση και τα σημάδια από ροκάνισμα από σαρκοφάγα ζώα υποδηλώνουν προσωρινή έκθεση στον αέρα πριν από την ταφή.

Στην παρούσα μελέτη αναγνωρίστηκαν τα τρία είδη της οικιακής τριάδας, δηλ. βοοειδή αιγοπρόβατα, χοίροι (192 NISP, δηλαδή το 100% των αναγνωρισμένων θραυσμάτων). Τα υπόλοιπα λείψανα ταξινομήθηκαν ως μεγάλα ή μικρά θηλαστικά ή τοποθετήθηκαν μεταξύ ακαθόριστων θραυσμάτων. Εκτός από αυτά τα υπολείμματα οικιακών θηλαστικών, τουλάχιστον ένα οστό, ακαθόριστο, θα μπορούσε να αποδοθεί σε ένα υπόλειμμα μικροπανίδας του οποίου το είδος δεν έχει προσδιοριστεί.

Τα βοοειδή (Bos taurus) κυριαρχούν στο σύνολο, αντιπροσωπεύοντας το 62% των ταυτοποιημένων υπολειμμάτων και το 65% του συνολικού βάρους τους. Παρά τα 119 θραύσματα, το σύνολο αντιστοιχεί επί του παρόντος μόνο σε δύο ζώα (σύμφωνα με δύο δεξιές κνήμες). Τα σημάδια κοπής συνδέονται κυρίως με πρακτικές σφαγής που σχετίζονται με την κατανάλωση (αποσύνδεση, αφαίρεση κρέατος), με μία περίπτωση εξαγωγής του τένοντα μέσω τομών στη δεύτερη φάλαγγα. Τα πρόβατα (Ovis aries) και οι αίγες (Capra hircus) καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση, με 33% των εντοπισμένων υπολειμμάτων και 29% του βάρους τους. Όσον αφορά το MNI, τα αιγοειδή κυριαρχούν στο σύνολο με τέσσερα ζώα, τα οποία ταυτοποιήθηκαν από τέσσερις αριστερούς βραχίονες. Έξι θραύσματα αποδόθηκαν σε πρόβατο και πέντε σε κατσίκα. Τα ίχνη που παρατηρήθηκαν αφορούν κυρίως τη σφαγή που σχετίζεται με την κατανάλωση. Υπάρχει, όμως, και μια λεπτή τομή σε ένα πέλμα, που πιθανώς συνδέεται με το γδάρσιμο. Σε μικρότερη αναλογία, ο χοίρος (Sus scrofa domesticus) αντιπροσωπεύεται μόνο από δέκα θραύσματα, δηλαδή το 5% των ταυτοποιημένων υπολειμμάτων και το 7% του βάρους τους, δίνοντας ένα MNI ενός μόνο ζώου προς το παρόν, το οποίο με βάση έναν άνω κυνόδοντα προσδιορίζεται ως θηλυκό. Είναι επίσης ορατά κάποια ίχνη που σχετίζονται με κατανάλωση.

Αν και ένα σημαντικό μέρος των οστών δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί, η προκαταρκτική αυτή μελέτη αναδεικνύει ήδη αρκετές τάσεις και ερευνητικές κατευθύνσεις. Η κατανομή των ειδών υποδηλώνει μια κυριαρχία των βοοειδών, ένα μάλλον άτυπο χαρακτηριστικό σε σύγκριση με άλλα μέρη, κάτι που πρέπει να επιβεβαιωθεί με βάση έναν μεγαλύτερο όγκο δεδομένων. Όσον αφορά την εκμετάλλευση των ζώων, τα υπολείμματα φέρουν πολυάριθμα σημάδια σφαγής και κατανάλωσης, αλλά και ενδείξεις άλλων πρακτικών, όπως η αφαίρεση τενόντων ή δέρματος. Η συνδυασμένη ανάλυση των σημαδιών κοπής (τομές, εγκοπές, κοπές από μπαλτά) και της ανατομικής αναπαράστασης θα βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνταν τα ζώα στο ιερό και να ανασυνθέσουμε τις τεχνικές πρακτικές που διέπουν τις διαδικασίες σφαγής και θυσίας. Επιπλέον, από τα καμένα υπολείμματα προκύπτει ότι αυτά μάλλον σχετίζονται τόσο με τα μέρη που καταναλώθηκαν όσο και με αυτά που κάηκαν στο βωμό.

4. Δημόσια Αρχαιολογία

Ως συνέχεια της προσπάθειας εξωστρέφειας του Ερευνητικού Προγράμματος Αμυκλών, πραγματοποιήθηκαν δράσεις και εκδηλώσεις δημόσιας αρχαιολογίας στο χωριό Αμύκλες. Η πρώτη εκδήλωση έλαβε χώρα την Παρασκευή 08/08/2025 στην αυλή του κτηρίου της κοινότητας Αμυκλών και είχε χαρακτήρα γνωριμίας με τη φετινή ανασκαφική ομάδα μέσω της αφήγησης του παραμυθιού "Στο λόφο μου". Αυτό το παραμύθι της κ. Χαβάκη, δημιουργήθηκε για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα "Παίζουμε ανασκαφή;" την άνοιξη του 2025, για τις/τους μαθήτριες/τές του Δημοτικού Σχολείου Αμυκλών. Την Τρίτη 19/08/2025 οι συμμετέχοντες ξεναγήθηκαν στο χωριό από τους ίδιους τους κατοίκους. Πρόκειται για μία δράση που καθιερώθηκε το 2024 με τίτλο "Περπατάδα στις Αμύκλες: Οι κάτοικοι μας ξεναγούν". Μέλη της ερευνητικής ομάδας και κάτοικοι της Σπάρτης αποτέλεσαν το κοινό των Αμυκλιωτών, οι οποίοι μοιράστηκαν με πολλή προθυμία αφηγήσεις και ιστορίες για το χωριό, τους ναούς και τα ιστορικά του κτήρια. Τέλος, την Πέμπτη 21/08/2025 στον προαύλιο χώρο του Ι.Ν. της Θεοτόκου στις Αμύκλες προβλήθηκε το κινηματογραφικό αφιέρωμα “Ο Διάλογος του Θέμελη" του σκηνοθέτη Βαγγέλη Ευθυμίου, για την ζωή και το έργο του αρχαιολόγου Πέτρου Θέμελη. Η προβολή συνδιοργανώθηκε από το Ερευνητικό Πρόγραμμα Αμυκλών, το σωματείο Οι φίλοι του Αμυκλαίου, την Εταιρεία Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας.

Η επιστημονική και ερευνητική παρακαταθήκη του Άγγελου Δεληβορριά στον τομέα της αρχαιολογίας και ειδικότερα της έρευνας του ιερού του Απόλλωνα Αμυκλαίου στη Σπάρτη, αναδείχθηκε στο Διεθνές Συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε στις 28 και 29 Αυγούστου στην Πνευματική Εστία της Σπάρτης υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Με αυτή την αφορμή, καθώς και τη συμπλήρωση των 20 ετών από την έναρξη του Ερευνητικού Προγράμματος, επιστήμονες από την Γαλλία, την Γερμανία, την Ιταλία, την Σουηδία και την Ελλάδα, παρουσίασαν τις τρέχουσες έρευνές τους, δίνοντας το στίγμα ότι το Αμυκλαίο συμπεριλαμβάνεται στον παγκόσμιο χάρτη μελέτης και ερμηνείας ιερών της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας. Το Συμπόσιο υλοποιήθηκε χάρη στην έμπρακτη στήριξη του Δήμου Σπάρτης, της Περιφέρειας Πελοποννήσου, του Πανεπιστημίου του Münster και της Πνευματικής Εστίας Σπάρτης. Τέλος, η επέτειος των 20 ετών από την δημιουργία του Ερευνητικού Προγράμματος Αμυκλών εορτάστηκε με την συναυλία του καλλιτέχνη Φοίβου Δεληβοριά, ανιψιό του Άγγελου Δεληβορριά, στον κήπο του αρχαιολογικού μουσείου Σπάρτης. Η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, τον Δήμο Σπάρτης, και το ξενοδοχείο Mystras Palace.


Supporter Supporter Supporter Supporter Supporter Supporter Supporter Supporter Supporter
© 2019 - AMYKLAION